Breaking


Τετάρτη 16 Μαρτίου 2022

Πούτιν: Γιατί «δεν του καίγεται καρφάκι» για τις κυρώσεις στους Ρώσους ολιγάρχες

 



Το Forbes δίνει πιθανές απαντήσεις στο ερώτημα γιατί ο Πούτιν μοιάζει «σε μεγάλο βαθμό αδιάφορος» για τις τιμωρίες που επιβλήθηκαν στους δισεκατομμυριούχους της χώρας του. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο πρόεδρος της Ρωσίας θα μπορούσε ακόμη και να ευνοηθεί από τις κυρώσεις, επειδή οι ολιγάρχες θα αναγκαστούν να μεταφέρουν τα δισεκατομμύριά τους στη Ρωσία και έτσι ο ίδιος να αυξήσει τη μόχλευση που ασκεί επάνω τους. «Ίσως ο Ρώσος πρόεδρος, που πολλοί πιστεύουν ότι είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον πλανήτη, δεν νοιάζεται για τα χρήματα, παρά μόνο για την εξουσία».

Τις τελευταίες δύο και πλέον εβδομάδες, οι ολιγάρχες της Ρωσίας είδαν την περιουσία τους να κλονίζεται. Το Forbes μετρά εννέα στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις από την ΕΕ, τις ΗΠΑ ή το Ηνωμένο Βασίλειο από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Σε άλλους ένδκεα είχαν επιβληθεί κυρώσεις πριν από την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου. Έχουν χάσει τον έλεγχο των σούπερ γιοτ, των μεγάλων αρχοντικών και των ομάδων ποδοσφαίρου τους. Εάν παραμείνουν οι κυρώσεις, οι εξαγωγές από τα ορυχεία, τις μονάδες επεξεργασίας μετάλλων και τις εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου θα επιβραδυνθούν. «Μπορεί να έχουν μάθει ορισμένα κόλπα που θα τους βοηθήσουν να προστατεύσουν ένα ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων τους, αλλά η ζωή ενός παρία σε διεθνές επίπεδο δεν είναι δυνατόν να είναι πολύ διασκεδαστική».

Δεν μπορούν να περιμένουν συμπάθεια από τον άνθρωπο που προκάλεσε όλη αυτή την αναταραχή, λένε οι ειδικοί.

«Ο Πούτιν είναι ένας τύπος που έπαιζε πάντα το παιχνίδι ”φίλοι με οφέλη”», τονίζει ο Ντέιβιντ Τσαρλς Λίνγκελμπαχ, ο οποίος τη δεκαετία του 1990 πέρασε αρκετά χρόνια ως πρόεδρος της Bank of America Russia και γράφει ένα βιβλίο για τους ολιγάρχες. «Συμμαχεί με ανθρώπους κι έπειτα τους πετά στη θάλασσα, όταν πια δεν του ταιριάζουν». Σύμφωνα με τον Λίνγκελμπαχ, το 2014, όταν ο Πούτιν εισέβαλε στην Κριμαία, η Δύση επέβαλε κυρώσεις σε όλους τους δισεκατομμυριούχους που ήταν πραγματικοί σύμμαχοί του -τον Γιούρι Κοβάλτσουκ, τον Αρκάντι Ρότενμπεργκ και τον Μπόρις Ρότενμπεργκ- και που τον βοήθησαν ν’ ανεβεί την «σκάλα του πλούτου» τη δεκαετία του 1990. Ο Πούτιν είναι «σε μεγάλο βαθμό αδιάφορος» για την υπόλοιπη επιχειρηματική ελίτ, ακόμη και γι’ αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι κοντά στον πρόεδρο, προσθέτει ο Λίνγκελμπαχ. Ένα παράδειγμα αυτής της δυναμικής, το οποίο το είδαμε δημοσίως, ήταν η συνάντηση που είχε ο Πούτιν στις 24 Φεβρουαρίου με μια ομάδα της επιχειρηματικής ελίτ της χώρας. Ο Πούτιν μίλησε, κι έπειτα σηκώθηκε κι έφυγε. Κανένας από τους δισεκατομμυριούχους δεν επιτρεπόταν να κάνει μία ερώτηση ή να πει μία λέξη.

Όταν ο Πούτιν φυλάκισε τον πλουσιότερο άνθρωπο της Ρωσίας

«Αυτός τους έκανε πλούσιους», υπογραμμίζει η Αλεξάνδρα Βακρού, διευθύντρια του Κέντρου Ρωσικών και Ευρασιατικών Σπουδών Ντέιβις του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Για τον Πούτιν, οι ολιγάρχες είναι «βασικά υπηρέτες που υποτίθεται ότι θα διατηρούσαν την οικονομία εν λειτουργία». Εάν τα έθνη που είναι σύμμαχα με την Ουκρανία πρόκειται ν’ ακρωτηριάσουν τη ρωσική οικονομία, τότε οι υπηρέτες είναι απλώς περισπασμοί, τόνισε η Βακρού. Ο Πίτερ Ράτλαντ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γουέσλιαν που μελέτησε τη Ρωσία επί περισσότερες από τρεις δεκαετίες, επισημαίνει τη σύλληψη του πλουσιότερου τότε ανθρώπου της Ρωσίας, Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, το 2003, ως «σημείο καμπής» στις σχέσεις του Πούτιν με τους δισεκατομμυριούχους.

Ο Χοντορκόφσκι, του οποίου η περιουσία εκτιμάται ότι ήταν 3,7 δισεκατομμύρια δολάρια, ρίχτηκε στη φυλακή για φερόμενη φοροδιαφυγή αφότου χρηματοδότησε κόμματα της αντιπολίτευσης. Εκ των υστέρων, μπορούμε να δούμε ότι τότε ήταν η εποχή που ο Πούτιν άρχισε να επιλέγει την ασφάλεια έναντι της οικονομίας, λέει ο Ράτλαντ. Αυτό, η εισβολή στην Ουκρανία το πάει ένα βήμα παραπέρα. «Τώρα ξέρουμε πολύ καλά ότι βασικά δεν δίνει δεκάρα τσακιστή για τις κυρώσεις της Δύσης», συμπληρώνει. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Πούτιν βλέπει τις κυρώσεις ως ένα μέσο ισχυροποίησης της εξουσία που ασκεί επάνω στους ολιγάρχες. Ο Πούτιν έχει δομήσει το οικονομικό σύστημα της Ρωσίας ούτως ώστε οι κυρώσεις να κάνουν τους δισεκατομμυριούχους να εξαρτώνται περισσότερο από αυτόν, δηλώνει ο Ντανιέλ Τράισμαν, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες.

«Οι ολιγάρχες της Ρωσίας βασίζονται στον Πούτιν, του οποίου η προσωπική άδεια απαιτείται για να κερδίσουν μεγάλα χρηματικά ποσά εντός της χώρας», τονίζει. Επί χρόνια οι ολιγάρχες πωλούσαν περιουσιακά στοιχεία κι ελέγετο θα μετέτρεπαν τα ρούβλια τους σε δολάρια και θα τα μετέφεραν εκτός Ρωσίας για να μειώσουν τους κινδύνους χρησιμοποιώντας ένα πιο σταθερό νόμισμα. Όποτε δεν τους επιτρέπεται να αποκομίσουν κέρδη στο εξωτερικό, οι ολιγάρχες αναγκάζονται να διπλασιάσουν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία. «Υπό αυτήν την έννοια, η τρέχουσα απομόνωση και η μείωση του πλούτου των ολιγαρχών αυξάνει τη μόχλευση που ασκεί ο Πούτιν επάνω τους», εξηγεί ο Τράισμαν.

Ξεπούλημα κι εξαγορά

Άλλο ένα πιθανό όφελος για τον Πούτιν:

Τα προβλήματα των ολιγαρχών θα μπορούσαν να τους οδηγήσουν να πωλούν «κοψοχρονιά» περιουσιακά στοιχεία τους και μια νέα σοδειά επενδυτών να τα πάρει φθηνά και ως εκ τούτου να είναι υπόχρεη στον πρόεδρο, δηλώνει ο Στάνισλαβ Μάρκους, καθηγητής διεθνών επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας. «Η πρόβλεψή μου είναι ότι θα εξαγοραστούν από τους φίλους του Πούτιν στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου», προσθέτει ο Μάρκους. Δεν είναι όλοι πεπεισμένοι ότι οι κυρώσεις θα μπορούσαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στον Πούτιν. Πηγή εξοικειωμένη με τις εσωτερικές λειτουργίες της ρωσικής κυβέρνησης, που ζήτησε να παραμείνει ανώνυμη λόγω των ευαισθησιών του θέματος, συμφώνησε μεν ότι ο Πούτιν καλοβλέπει την εισροή των ρωσικών κεφαλαίων που είχαν σπρωχτεί στο εξωτερικό, αλλά πιστεύει ότι η θέση του προέδρου γίνεται πιο αδύναμη όσο μειώνεται η πρόσβαση της Ρωσίας στον υπόλοιπο κόσμο.

Ο Μπιλ Μπράουντερ, Αμερικανός χρηματοοικονομικός σύμβουλος και εξέχων επικριτής του Πούτιν, ο οποίος επιμένει ότι ο Ρώσος πρόεδρος έχει εκβιάσει τους κορυφαίους ολιγάρχες της χώρας για να του δώσουν το 50% του πλούτου τους (ειδάλλως θα τους φυλακίσει και θα τους πάρει το 100%), υποστηρίζει ότι οι κυρώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο τέλος των πόρων που χρειάζεται ο Πούτιν για να συνεχίσει τον πόλεμο. Εν τω μεταξύ, η Σάρα Μέντελσον, επικεφαλής του Κολεγίου Χάιντς του Πανεπιστημίου Κάρνεγκι Μέλον στην Ουάσιγκτον, λέει ότι οι κυρώσεις έχουν «απειλήσει» ένα από τα θεμέλια του καθεστώτος του Πούτιν. Φυσικά, είναι αδύνατο να γνωρίζουμε τι ακριβώς σκέφτεται ο Πούτιν. Οι χώρες που τάσσονται στο πλευρό της Ουκρανίας βασίζονται στις κυρώσεις κατά των δισεκατομμυριούχων της Ρωσίας. Θεωρούν ότι θα βοηθήσουν να αυξηθεί η πίεση που ασκείται στον πρόεδρο να αλλάξει πορεία και να τερματίσει τη βία. Τα σημάδια από το Κρεμλίνο, ωστόσο, δείχνουν ότι ο Πούτιν μπορεί να μην ενοχληθεί ούτε κατ’ ελάχιστον.

Γιατί ορισμένοι Ρώσοι ολιγάρχες δεν έχουν τιμωρηθεί

Ύστερα από την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, είκοσι Ρώσοι ολιγάρχες έχουν πληγεί με κυρώσεις από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Ενώ ο κατάλογος μεγαλώνει μέρα με τη μέρα και ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, προκύπτουν πολλά ερωτήματα όσον αφορά στο ποιος τιμωρείται και ποιος όχι. Πάρτε για παράδειγμα τον Ισκάντερ Μαχμούντοφ, τον ιδιοκτήτη του ρωσικού κολοσσού μετάλλων Ural Mining. Ο Μαχμούντοφ κατηγορήθηκε -μαζί με τον επιχειρηματικό του εταίρο, τον υπόδικο Όλεγκ Ντεριπάσκα- ότι ηγήθηκαν ενός «μαζικού εκβιασμού» που περιελάμβανε «σωματική βία, απάτη αλληλογραφίας και ηλεκτρονικών μηνυμάτων και ξέπλυμα χρήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες» σε ομοσπονδιακή αγωγή των ΗΠΑ που κατατέθηκε το 2003 (η υπόθεση απορρίφθηκε για λόγους δικαιοδοσίας· ο Makmudov αρνήθηκε οποιαδήποτε αδικοπραγία). Ο μεγιστάνας των ορυχείων είναι «πολύ κοντά στο Κρεμλίνο», λέει ο Άντερς Άσλουντ, οικονομολόγος και ειδικός στην πλουτοκρατία της Ρωσίας.

Παρά το βιογραφικό του, ο Μαχμούντοφ απουσιάζει από τη λίστα του Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών με τα άτομα που υπόκεινται σε κυρώσεις. Είναι ένας από τους πολλούς Ρώσους ολιγάρχες που στις 10 Μαρτίου γλύτωσαν τις κυρώσεις από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άλλες παραλείψεις περιλαμβάνουν:

 Tον μεγιστάνα της ενέργειας Λεονίντ Μίκελσον, ο οποίος κατέχει μεγάλα μερίδια στην εταιρεία παραγωγής φυσικού αερίου Novatek και στην πετροχημική εταιρεία Sibur μαζί με τον επιχειρηματικό του εταίρο, Γκενάντι Τιμτσένκο, βασικό σύμμαχο του Πούτιν που ήταν μεταξύ των πρώτων Ρώσων δισεκατομμυριούχων στους οποίους επιβλήθηκαν κυρώσεις από τις ΗΠΑ το 2014.

 Toν Βλαντιμίρ Ποτάνιν, τον πρώην αναπληρωτή πρωθυπουργό της Ρωσίας μεταξύ του Αυγούστου του 1996 και του Μαΐου του 1997, οπότε και ο Μπόρις Γέλστιν ήταν πρόεδρος.

 Τον Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ, τον ιδιοκτήτη της γαλλικής ποδοσφαιρικής ομάδας AS Monaco της Ligue 1, ο οποίος είναι γνωστός σε πολλούς Αμερικανούς ως ο ολιγάρχης που αγόρασε το Maison de L’Amitie, την έπαυλη του Ντόναλντ Τραμπ μπροστά στον ωκεανό στο Παλμ Μπιτς, ένατι 95 εκατομμυρίων δολαρίων το 2008. Έκτοτε το πούλησε.

Το συνονθύλευμα κυρώσεων σε Ρώσους ολιγάρχες από τις δυτικές κυβερνήσεις έκανε πολλούς ειδικούς σε θέματα της Ρωσίας και παρατηρητές να ρωτήσουν:

«Πώς αποφασίζουν οι αξιωματούχοι των κυρώσεων ποιον να κυνηγήσουν και ποιον να γλυτώσουν;»

Η απάντηση είναι ένας συνδυασμός πολιτικών, οικονομικών και γεωστρατηγικών εκτιμήσεων, σύμφωνα με ειδικούς σε κυρώσεις, δικηγόρους και πρώην αξιωματούχους του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ που μίλησαν με το Forbes για τις συζητήσεις πίσω από τις αποφάσεις κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων πιθανών λόγων για τους οποίους ορισμένοι Ρώσοι ολιγάρχες δεν τιμωρήθηκαν. «Οι άνθρωποι που μπήκαν σε λίστες κυρώσεων τοποθετούνται εκεί για συγκεκριμένους λόγους πολιτικής», λέει ο Άνταμ Σμιθ, πρώην σύμβουλος του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ υπό τον Πρόεδρο Ομπάμα. Μερικοί ολιγάρχες «είναι πιο σημαντικοί, για λόγους πολιτικής, από άλλους».

Ο Πίτερ Στάνο, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, αρνήθηκε να σχολιάσει τις συζητήσεις για τις κυρώσεις της ΕΕ και προσέθεσε: «Όλες οι αποφάσεις για την επιβολή νέων κυρώσεων λαμβάνονται από τα κράτη-μέλη στο Συμβούλιο με συναίνεση, αλλά τίποτα δεν είναι εκτός τραπεζιού». Ένας εκπρόσωπος του Γραφείου Εξωτερικών, Κοινοπολιτείας και Ανάπτυξης του Ηνωμένου Βασιλείου κατηύθυνε το Forbes στις πιο πρόσφατες κυρώσεις του και δήλωσε το εξής: «Από την έναρξη της εισβολής, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επιβάλει κυρώσεις σε περισσότερα από 200 από τα πιο σημαντικά και υψηλής αξίας άτομα, διοικητικούς φορείς, οργανώσεις, οργανισμούς και θυγατρικές εταιρείες της Ρωσίας, με πάνω από 500 από αυτά να καλύπτονται πλέον από τη λίστα κυρώσεων του Ηνωμένου Βασιλείου». Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ αρνήθηκε να σχολιάσει.

Οι εμπορικές σχέσεις, οι επενδυτικοί δεσμοί και οι τιμές της παγκόσμιας αγοράς είναι κρίσιμοι παράγοντες στην πολιτική κυρώσεων μιας χώρας, σύμφωνα με ειδικούς. Η κυριαρχία της Ρωσίας στις εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και εμπορευμάτων έχει συνδέσει τη μοίρα των δυτικών κατασκευαστών και επιχειρήσεων με τις ρωσικές εταιρείες και τους ολιγάρχες ιδιοκτήτες τους. Οι Ρώσοι ολιγάρχες «μπορεί να είναι τραμπούκοι, αλλά δεν είναι τραμπούκοι άνευ σημασίας», λέει ο Ρίτσαρντ Νεφιού, ο οποίος εργάστηκε για την πολιτική κυρώσεων στο Ιράν στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ υπό την κυβέρνηση Ομπάμα. «Οι ολιγάρχες είναι άνθρωποι που έχουν σημαντικές οικονομικές σχέσεις τις οποίες πρέπει να συνυπολογίσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να τους επιβάλεις κυρώσεις, παρά ότι οφείλεις να το επεξεργαστείς παραπάνω και να είσαι πιο προσεκτικός».

Οι αξιωματούχοι των κυρώσεων των ΗΠΑ είναι εξοικειωμένοι με αυτήν τη λειτουργία εξισορρόπησης. Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ήρε τις κυρώσεις τον Δεκέμβριο του 2018 κατά της Rusal, παραγωγού μετάλλων του Όλεγκ Ντεριπάσκα, μα και της μητρικής της εταιρείας, En+, λιγότερο από ένα χρόνο μετά από την επιβολή τους, διότι αυτές οι κυρώσεις προκάλεσαν έκρηξη των τιμών του αλουμινίου με αποτέλεσμα να πληγούν οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι χαλάρωσαν τις κυρώσεις στις εταιρείες του Ντεριπάσκα επειδή ο ίδιος είχε παραιτηθεί από την ιδιοκτησία τους, αλλά ήταν τα ευρωπαϊκά λόμπι και τα εμπορικά συμφέροντα που ώθησαν τις ΗΠΑ να καταλήξουν σε συμφωνία, λέει ο Νεφιού. «Όπως διαπιστώσαμε με τον Ντεριπάσκα, προβήκαμε σε αυτήν την ενέργεια και στη συνέχεια οι παγκόσμιες τιμές αλουμινίου εκτοξεύτηκαν. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι κάτι μπορεί να έχει πολύ νόημα και είναι απολύτως δικαιολογημένο, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να έχει σημαντικές οικονομικές συνέπειες».

Μετά από 20 ημέρες πολέμου, στον οποίον περίμενε να κυριαρχήσει από την δεύτερη κιόλας ημέρα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίζει θυμό, απογοήτευση για τις αποτυχίες του στρατού του και προθυμία να προκαλέσει ακόμη περισσότερη βία και καταστροφή στην Ουκρανία, σύμφωνα με την αξιολόγηση Αμερικανών αξιωματούχων των μυστικών πληροφοριών.

Αξιωματούχοι τις τελευταίες ημέρες εξέφρασαν δημόσια την ανησυχία τους ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα κλιμακώσει τη σύγκρουση για να προσπαθήσει να σπάσει την αντίσταση της Ουκρανίας. Η Ρωσία εξακολουθεί να έχει συντριπτικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα και μπορεί να βομβαρδίζει τη χώρα για εβδομάδες ακόμη. Και ενώ ο υπόλοιπος κόσμος αντιδρά στις φρικτές εικόνες του πολέμου, ο Πούτιν παραμένει απομονωμένος από την εσωτερική πίεση σε αυτό που ο διευθυντής της CIA, Ουίλιαμ Μπερνς, αποκαλεί «φούσκα προπαγάνδας»

Η νοοτροπία του Πούτιν – όσο δύσκολο και αν είναι να προσδιοριστεί από μακριά – είναι κρίσιμης σημασίας για τη Δύση να την κατανοήσει. Αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών κατά τη διάρκεια διήμερης κατάθεσης ενώπιον του Κογκρέσου την περασμένη εβδομάδα εξέφρασαν ανοιχτά τις ανησυχίες τους για το τι μπορεί να κάνει ο Πούτιν.

Για περισσότερες από δύο δεκαετίες, ο Πούτιν έχει την πλήρη κυριαρχία της ρωσικής κυβέρνησης και των υπηρεσιών ασφαλείας, κυβερνώντας με έναν μικρό στενό κύκλο, περιθωριοποιώντας τους διαφωνούντες και φυλακίζοντας ή σκοτώνοντας την αντιπολίτευση του. Εχει επικρίνει εδώ και καιρό τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, έχει απορρίψει τους ισχυρισμούς της Ουκρανίας για την ανεξαρτησία της και έχει μιλήσει ανοιχτά για πυρηνικό πόλεμο που τελειώνει με τους Ρώσους ως «μάρτυρες». Ο Μπερνς είπε στους Αμερικανούς βουλευτές ότι ο Πούτιν «βράζει σε έναν εύφλεκτο συνδυασμό παραπόνων και φιλοδοξιών για πολλά χρόνια».

Ο Πούτιν περίμενε να καταλάβει το Κίεβο σε δύο ημέρες, σύμφωνα με τον Μπερνς. Αντίθετα, ο στρατός του δεν κατάφερε να πάρει τον έλεγχο των μεγάλων πόλεων και έχει χάσει ήδη αρκετές χιλιάδες στρατιώτες. Η Δύση έχει επιβάλει κυρώσεις και άλλα μέτρα που έχουν ακρωτηριάσει τη ρωσική οικονομία και έχουν μειώσει το βιοτικό επίπεδο τόσο για τους ολιγάρχες όσο και για τους απλούς πολίτες. Μεγάλο μέρος του ξένου νομίσματος που είχε συσσωρεύσει η Ρωσία ως απάντηση κατά των κυρώσεων είναι «παγωμένο» στις τράπεζες του εξωτερικού.

Ο Μπερνς είναι πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα και έχει συναντηθεί πολλές φορές με τον Πούτιν. Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την ψυχική κατάσταση του Ρώσου προέδρου είπε ότι ο Πούτιν δεν είναι τρελός.

«Νομίζω ότι ο Πούτιν είναι θυμωμένος και απογοητευμένος αυτή τη στιγμή», είπε. «Είναι πιθανό να διπλασιάσει (τη σφοδρότητα της ρωσικής επίθεσης) και να προσπαθήσει να συντρίψει τον ουκρανικό στρατό χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις απώλειες αμάχων»

Οι πρόσφατοι αβάσιμοι ισχυρισμοί της Ρωσίας ότι οι ΗΠΑ βοηθούν την Ουκρανία να αναπτύξει χημικά ή βιολογικά όπλα υποδηλώνουν ότι ο Πούτιν μπορεί ο ίδιος να είναι έτοιμος να αναπτύξει αυτά τα όπλα, είπε ο Μπερνς.

Ακόμη κι αν καταλάβει το Κίεβο και καθαιρέσει τον Ζελένσκι, ο Πούτιν θα πρέπει να λογοδοτήσει για μια εξέγερση που υποστηρίζεται από τη Δύση σε μια χώρα άνω των 40 εκατομμυρίων κατοίκων.

Η διευθύντρια εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών του Τζο Μπάιντεν, Αβρίλ Χάινς, εκτιμά ότι ο Πούτιν «το αντιλαμβάνεται αυτό ως έναν πόλεμο που δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει. Αλλά αυτό που μπορεί να είναι διατεθειμένος να δεχτεί ως ″νίκη″ μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, δεδομένου του σημαντικού κόστους που τον επιβαρύνει».

Οι αναλυτές πληροφοριών πιστεύουν ότι η πρόσφατη αύξηση του επιπέδου πυρηνικού συναγερμού από τον Πούτιν στη Ρωσία «πιθανότατα είχε σκοπό να αποτρέψει τη Δύση από το να παράσχει πρόσθετη υποστήριξη στην Ουκρανία», σύμφωνα με την ίδια

Εν τω μεταξύ, καθώς η βία επιδεινώνεται και περισσότεροι Ρώσοι πεθαίνουν στην Ουκρανία, η Δύση αναζητά για τυχόν «τρύπες» στη «φούσκα προπαγάνδας» του Πούτιν. Ο ανεξάρτητος Ρώσος πολιτικός αναλυτής, Κιρίιλ Ρογκόφ, δημοσίευσε στον λογαριασμό του στο Telegram ότι ο πόλεμος είναι «χαμένος» και μια «επική αποτυχία».

«Το λάθος ήταν η αντίληψη (του Πούτιν) ότι η Δύση δεν ήταν πρόθυμη να αντισταθεί στην επιθετικότητα, ότι ήταν ληθαργική, άπληστη και διχασμένη», έγραψε ο Ρογκόφ. «Η ιδέα ότι η ρωσική οικονομία είναι αυτάρκης και ασφαλής ήταν λάθος. Το λάθος ήταν η ιδέα της ποιότητας του ρωσικού στρατού. Και το κύριο λάθος ήταν η ιδέα ότι η Ουκρανία είναι ένα αποτυχημένο κράτος και οι Ουκρανοί δεν είναι έθνος. Τέσσερα λάθη στη λήψη μιας απόφασης είναι πολλά», σχολίασε.

Πριν από την εισβολή, δημοσκόπηση που διεξήχθη από το Levada Center, την κορυφαία ανεξάρτητη εταιρεία ερευνών κοινής γνώμης της Ρωσίας, διαπίστωσε ότι το 60% των ερωτηθέντων θεωρεί τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ «υπαίτιους» της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία. Μόλις το 3% απάντησε τη Ρωσία. Η ψηφοφορία έγινε τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο και το Levada Center δεν έχει δημοσιεύσει νέα δημοσκόπηση από την έναρξη του πολέμου.

Οι Δυτικοί ελπίζουν ότι οι Ρώσοι πολίτες θα αντιδράσουν στην απότομη πτώση του βιοτικού τους επιπέδου και θα βρουν ποιος πραγματικά φταίει για αυτόν τον πόλεμο μέσω συγγενών και του διαδικτύου, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας λογισμικό VPN για να παρακάμψουν τα μπλοκ του Κρεμλίνου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η ρωσική κρατική τηλεόραση συνεχίζει να μεταδίδει ψευδείς ή αβάσιμους ισχυρισμούς για τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Ουκρανίας και προωθεί ένα αφήγημα ότι η Ρωσία δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει τον πόλεμο.

«Διαφορετικά, θα οδηγήσει στον θάνατο της ίδιας της Ρωσίας», είπε ο Βλαντιμίρ Σολόιγιοφ, παρουσιαστής στο κρατικό τηλεοπτικό κανάλι Russia 1 την περασμένη εβδομάδα.

Τι λέει η πυρηνική στρατηγική θεωρία για την πολυαναφερόμενη αποτροπή εν δυνάμει παράλογων αντιπάλων; Η εκπληκτική αδυναμία κρίσης του Βλαντιμίρ Πούτιν στην εισβολή στην Ουκρανία έχει τροφοδοτήσει τις εικασίες (σε μεγάλο βαθμό στις ΗΠΑ) ότι ο Ρώσος πρόεδρος μπορεί να μην ελέγχει κάποιες καταστάσεις και να εμφανίζει διάφορα προβλήματα. Ο πρώην υπουργός Αμυνας και διατελέσας διευθυντής της CIA Ρόμπερτ Γκέιτς σχολίασε στο CNN ότι ο Πούτιν «έχει βγει από τις ράγες».

 

Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής της πολιτείας Φλόριντα και γνώστης των αμυντικο-πυρηνικών θεμάτων Μάρκο Ρούμπιο, που είναι ο κορυφαίος Ρεπουμπλικανός στην Επιτροπή Πληροφοριών της Γερουσίας, έγραψε στο Twitter μετά την έναρξη της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία ότι: «Μακάρι να μπορούσα να μοιραστώ περισσότερα, αλλά προς το παρόν μπορώ να πω ότι είναι αρκετά προφανές σε πολλούς ότι κάτι δεν πάει καλά με τον Πούτιν. Ηταν πάντα δολοφόνος, αλλά το πρόβλημά του τώρα είναι διαφορετικό και σημαντικό. Θα ήταν λάθος να υποθέσουμε ότι αυτός ο Πούτιν θα αντιδρούσε με τον ίδιο τρόπο που θα αντιδρούσε πριν από 5-7 χρόνια».

Προβληματικός «τσάρος»

Αν αυτές οι εκτιμήσεις είναι ακριβείς, τότε ο κόσμος αντιμετωπίζει μια άκρως ανησυχητική κατάσταση, έναν προβληματικό «τσάρο» που έχει στην κατοχή του το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο του κόσμου, όπως υπενθύμισε ο ίδιος στον κόσμο όταν ανακοίνωσε συναγερμό για τις στρατηγικές πυρηνικές αποτρεπτικές του δυνάμεις στις 27 Φεβρουαρίου. Αν ο Πούτιν δεν είναι λογικός αντίπαλος, τότε οι πολιτικές του μπορεί να προκαλέσουν απίστευτα παγκόσμια προβλήματα.

Οπως αναγνώρισαν οι στρατηγοί επί των πυρηνικών πριν από δεκαετίες, η αποτροπή είναι απαραίτητη αλλά δεν είναι πάντα επαρκής (γιατί στη χώρα μας οι λαλίστατοι για άλλη αποτροπή μιλάνε και παραμιλάνε…). Οι αναλυτές και οι θεωρητικοί που εργάστηκαν πάνω σε αυτά τα ζητήματα ήταν σαστισμένοι, ειδικά στο πρόβλημα των μη ορθολογικών αντιπάλων. Οπως το έθεσε ο εκ των κορυφαίων πυρηνικών στρατηγών Χέρμαν Καν το 1962, «Θέλουμε να αποτρέψουμε ακόμη και τους τρελούς». Ο Καν παρηγορήθηκε στο συμπέρασμά του ότι «ο παραλογισμός είναι θέμα βαθμού», οπότε η κλιμάκωση της πυρηνικής αποτροπής μπορεί να εξακολουθεί να εντυπωσιάζει για την «ανάγκη για προσοχή» απέναντι σε παράλογους αντιπάλους.

Επιπλέον, «αν ο παραλογισμός είναι αρκετά περίεργος, τότε οι υφιστάμενοι του παράλογου υπεύθυνοι στη λήψη αποφάσεων είναι αρκετά πιθανό να παρέμβουν». Ο θεωρητικός Πάτρικ Μόργκαν προτίμησε τον όρο «λογικό» από το «ορθολογιστικό» για να καταστήσει σαφές ότι ένας αντίπαλος δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα λογικός για να γίνει ορθολογιστικός και να προβλεφθούν οι ενέργειές του. Οι λογικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν στόχους που είναι αναθεματισμένοι με τους δικούς μας, αλλά τους επιδιώκουν με τρόπους που φαίνεται πιθανό να επιτύχουν αυτούς τους στόχους. Μπορεί επίσης να διαπράξουν ανθρώπινα λάθη. Αλλά ακόμη και ο Mόργκαν αναγνώρισε ότι δεν θα είναι κάθε αντίπαλος αρκετά «λογικός» ώστε να σεβαστεί μια αποτρεπτική απειλή. Οι θεωρητικοί της πυρηνικής αποτροπής δεν εντόπισαν ποτέ μια ισχυρή (που να καλύπτει τους πάντες και τα πάντα) λύση.

Ανησυχία

Ευτυχώς, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του Ψυχρού Πολέμου, το πρόβλημα των παράλογων ηγετών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα δεν έγινε ποτέ οξύ και αποφύγαμε τα χειρότερα. Αλλά τώρα η περίεργη συμπεριφορά του Πούτιν μπορεί να το έχει μετατρέψει σε άμεση ανησυχία (ειδικά για τους σοβιετολόγους/ρωσολόγους). Οι επικριτές της θεωρίας της πυρηνικής αποτροπής βρίσκουν όλο το πλαίσιο αβάσιμο. Οι άνθρωποι του πραγματικού κόσμου, λένε αυτοί οι επικριτές, δεν είναι σχεδόν ποτέ «λογικοί» βάσει των αυστηρών ορισμών της οικονομίας και της θεωρίας παιγνίων, σύμφωνα με τους οποίους ένας ικανός ηγέτης μπορεί να επιδιώκει αυθαίρετους ή περίεργους στόχους, αλλά φαίνεται πιο «λογικός» από εκείνον που κάνει λάθη ενώ στοχεύει στόχους που έχουν νόημα και ουσία για εμάς.

Η εισβολή του Πούτιν φαίνεται ότι βασίστηκε σε μια εντελώς λανθασμένη υπόθεση ότι οι Ουκρανοί θα υποδέχονταν Ρώσους στρατιώτες ως απελευθερωτές. Αρα ο Πούτιν κάνει απλώς λάθη ή είναι παράλογος; Ο ισχυρισμός του ότι η ουκρανική κυβέρνηση, της οποίας ηγείται ένας Εβραίος πρώην κωμικός, είναι κατά κάποιον τρόπο «φασιστική» και «ναζιστική» είναι παράλογος, ως και ότι η κυβέρνηση του Κιέβου είναι ναζί και επιδιώκει να την αποναζιστικοποίησει! Ακόμη πιο ακαταλόγιστο είναι το πώς ο Πούτιν φαίνεται να μην είχε προβλέψει πόσο γρήγορα οι ενέργειές του θα τον αποξένωναν από την παγκόσμια κοινή γνώμη. Ωστόσο, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι ο Πούτιν είναι απαραιτήτως παράλογος για να πειστεί να αλλάξει πορεία (ή, σύμφωνα με τον Καν, οι υφισταμένοί του μπορεί να επέμβουν και να τον ανατρέψουν καθώς η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται).

Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους πρέπει να αναλύσουν και την πιθανότητα ότι ακόμη και μπροστά σε αξιόπιστες αποτρεπτικές απειλές (στρατιωτικές ή οικονομικές) ο Πούτιν μπορεί να εκνευριστεί και να ξεσπάσει. Είναι λάθος να υποθέσουμε ότι ένας παράλογος αντίπαλος υποφέρει αναγκαστικά από κάποια διαγνώσιμη ψυχοπαθολογική κατάσταση. Οι αυταρχικοί ηγέτες όπως ο Πούτιν και ο Βορειοκορεάτης δικτάτορας Κιμ Γιονγκ-ουν έχουν τόσο διαφορετικά κίνητρα από αυτά ενός απλού ανθρώπου ώστε να παραμορφώνουν τους «λογικούς» στόχους τους. Τείνουν να συγχέουν τη συνέχιση της διακυβέρνησής τους με την προσωπική τους επιβίωση, δικαιολογημένα. Η διαιώνιση της κυριαρχίας τους με οποιοδήποτε κόστος ή κίνδυνο πυρηνικού πολέμου είναι ακατανόητη για όλους τους άλλους, αλλά λογική για αυτούς. Επομένως, ενώ η αποκαλυπτική ρητορική του Πούτιν μπορεί να είναι ανησυχητική, δεν είναι απαραίτητα σύμπτωμα ενός διαταραγμένου μυαλού. Για παράδειγμα, ο Πούτιν δήλωσε σε συνέντευξή του το 2018 ότι «αν κάποιος αποφασίσει να εξολοθρεύσει τη Ρωσία, έχουμε το νόμιμο δικαίωμα να τον ανατρέψουμε».

Μπορεί να κλιμακώσει

Ωστόσο, εάν ο Πούτιν δεν είναι λογικός άνθρωπος, τότε οι στρατηγικές που επιβάλλουν το περαιτέρω κόστος, όπως οι καταστροφικές οικονομικές κυρώσεις που συνεχίζουν να σωρεύονται, μπορεί στο τέλος να αποτύχουν να μετριάσουν την κακή του συμπεριφορά. Αντίθετα, άλλοι, πιο ορθολογικοί Ρώσοι μπορεί και αυτοί να χρειαστεί να γίνουν στόχοι κυρώσεων και άλλων δαπανηρών μέτρων που έχουν σχεδιαστεί για να επηρεάσουν τις πολιτικές της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ολο και πιο απομονωμένος και απελπισμένος, ο Πούτιν μπορεί να προσπαθήσει να κλιμακώσει ξαφνικά τη σύγκρουση αντί να υποχωρήσει, θέτοντας σε κίνδυνο αμέτρητους αθώους ανθρώπους. Για να εξηγήσουν αυτή την προδοτική πιθανότητα, οι Δυτικοί ηγέτες πρέπει να σχεδιάσουν το χειρότερο, ελπίζοντας για το καλύτερο. Και ο νοών νοείτω…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου