Breaking

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

Ο Σεβασμός της Ατομικής Ιδιοκτησίας

Share

Όταν το κράτος «δικαιούται» να υφαρπάζει χρήματα από τους πιο εύπορους, αργά ή γρήγορα το κάνει σε όλους.

Αν και τα κράτη παραβιάζουν τα ατομικά ιδιοκτησιακά δικαιώματα εδώ και πολλά χρόνια, τώρα η πίεσή τους κλιμακώνεται. Διακυβεύεται πλέον ο ίδιος ο ανθρώπινος πολιτισμός.

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα δικαιώματα της ατομικής ιδιοκτησίας -όπως τα αντιλαμβάνονται οι κλασικοί φιλελεύθεροι στοχαστές, όσοι ασπάζονται την Αυστριακή οικονομική θεωρία, και όλα τα μέλη μιας πολιτισμένης κοινωνίας- αποτελούν όχι μόνο τον ακρογωνιαίο λίθο, αλλά και την τελευταία άμυνα του ανθρώπινου πολιτισμού και του δυτικού τρόπου ζωής ειδικότερα. Τίποτα δεν έχει ελπίδα να επιβιώσει χωρίς αυτή την προϋπόθεση. Καμία ευημερία δεν μπορεί ποτέ να επέλθει ή έστω να διατηρηθεί, καμία από τις πολιτικές ελευθερίες και τις ανθρώπινες ελευθερίες που τόσο συχνά θεωρούμε δεδομένες στις μέρες μας, καμία καινοτομία στις επιχειρήσεις, την τεχνολογία, ή την επιστήμη.

Ο σεβασμός της ατομικής ιδιοκτησίας βρίσκεται στο επίκεντρο των περισσότερων ελευθεριών μας, και όταν το κράτος, ή οποιαδήποτε άλλη κεντρική αρχή, ξεπερνά αυτή τη μεγάλη κόκκινη γραμμή, προκαλεί ένα τεράστιο ντόμινο. Αυτή η διάβρωση της ελευθερίας μπορεί να είναι αργή, αλλά σίγουρα είναι σταθερή, και οι περισσότεροι πολίτες συνειδητοποιούν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν μόνο όταν είναι πολύ αργά για να κάνουν κάτι γι’ αυτό.

Μια αδυσώπητη επικοινωνιακή εκστρατεία.

Η επέμβαση των κρατών στις ζωές, τις επιχειρήσεις, τις αποταμιεύσεις και τις θεμελιώδεις ανθρώπινες ελευθερίες των πολιτών τους, όπως η ελευθερία του λόγου, δεν είναι ασφαλώς κάτι καινούργιο. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια συντονισμένη εκστρατεία που διεξάγεται αναμφισβήτητα από τότε που εμφανίστηκε η πρώτη μορφή συγκεντρωτικής κυβέρνησης. Ακόμη και χωρίς την (μάλλον ασφαλή) υπόθεση ότι η μεγαλομανία και η παθολογική δίψα για την εξουσία και τον έλεγχο των άλλων ανθρώπων ήταν το βασικό κίνητρο πίσω από όλα αυτά, πάντα υπήρχαν ανάμεσά μας εκείνοι που πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι ό,τι καλύτερο για τους άλλους και είναι πολύ πρόθυμοι να τους «βοηθήσουν» και να τους «σώσουν». Ωστόσο, αυτή η πορεία προς τον συγκεντρωτισμό γνώρισε σημαντική επιτάχυνση τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Αφ’ ότου οι, κατά κανόνα, μη εκλεγμένοι γραφειοκράτες και τεχνοκράτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εδραίωσαν την εξουσία στην Ευρώπη και οι πολιτειακές εξουσίες διαβρώθηκαν υπέρ των ομοσπονδιακών αρχών και των αμέτρητων οργανισμών στις Ηνωμένες Πολιτείες, η «βελόνα» μετακινήθηκε πραγματικά, και παρ’ όλο που τίποτα δεν συνέβη από την μια μέρα στην άλλη, η μετατόπιση αυτή σίγουρα έβαλε την Δύση στο δρόμο ενός όλο και μεγαλύτερου συγκεντρωτισμού. Οι τοξικές ιδεολογίες και οι μισανθρωπικές κοσμοθεωρίες, όπως αυτές που προωθούσε η Σχολή της Φρανκφούρτης και η μακρά τους προέλαση μέσα στους θεσμούς, συνέβαλαν σημαντικά στην διαδικασία αυτή.

Η μεταμφίεση του κρατικού ελέγχου και της μαζικής αναδιανομής του πλούτου ως «κοινωνική πρόνοια» και η προώθησή τους ως «καθήκον» των πολιτών να «επιστρέψουν κάτι στην κοινωνία» βοήθησε στην συγκάλυψη του τι πραγματικά συνέβαινε. Τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα έγιναν δικαιώματα υπό όρους.

Αν ένας κλέφτης σας κλέψει τα χρήματά σας, έχετε κάθε δικαίωμα να διαμαρτυρηθείτε και θα πάει φυλακή. Αλλά αν το κράτος κάνει το ίδιο πράγμα, τότε μόνο ένας «κοινωνιοπαθής» θα μπορούσε να διαμαρτυρηθεί, επειδή το κράτος παρέχει σε εσάς και τους γείτονές σας κάθε είδους «δωρεάν» πράγματα. Μόνο ένας συνειδητοποιημένος άνθρωπος και μια πεφωτισμένη μειοψηφία αντιλαμβάνονται ότι το κράτος μπορεί να δώσει μόνο ό,τι έχει κλέψει πριν. Οι περισσότεροι πολίτες εξακολουθούν να πιστεύουν στον μύθο του κράτους-γκουβερνάντας και στα δωρεάν γεύματα.

Η έννοια των «δωρεάν» και των «δημόσιων» αγαθών, ειδικότερα, φαίνεται πως έχει περισσότερη απήχηση από οτιδήποτε άλλο. Ειδικά στην Ευρώπη και σε μεγάλο μέρος της Κοινοπολιτείας (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστραλία, Καναδάς, κλπ), υπάρχει μέχρι σήμερα όχι μόνο μια σαφής κατανόηση, αλλά και μια προσδοκία στο μυαλό των περισσότερων πολιτών ότι πράγματα όπως η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη είναι, και πρέπει να είναι, πάντα «δωρεάν». Σχεδόν κανείς δεν σταματά να αναρωτηθεί τι σημαίνει αυτό και πώς οι υπηρεσίες, που προφανώς κοστίζουν απίστευτα ποσά, μπορούν να θεωρούνται δωρεάν.

Κάθε φορά που οι εκλογές είναι προ των πυλών, οι εκάστοτε κυβερνήσεις αρχίζουν να «ρίχνουν από τα ελικόπτερα» τις επιδοτήσεις και τα έξτρα προνοιακά επιδόματα. Οι παραλήπτες αυτών των επιταγών, ακόμη και όταν είναι οι ίδιοι φορολογούμενοι, εξακολουθούν να εκλαμβάνουν αυτές τις πληρωμές σαν κρατική βοήθεια, σαν ο πρωθυπουργός ή ο πρόεδρός τους και όλα τα μέλη του υπουργικού τους συμβουλίου να είχαν μόλις βάλει το χέρι στην τσέπη τους χαρίζοντάς τους δώρα, από την καλή τους την καρδιά.

Φυσικά, μόλις η αναδιανομή του πλούτου καθιερώθηκε ως κανόνας, έγινε επίσης πολύ πιο εύκολη η προώθηση μιας πολύ πιο επιθετικής ατζέντας. Για άλλη μια φορά, με το προαναφερθέν ιδεολογικό και πολιτικό περιτύλιγμα, ένα άγριο μίσος άρχισε να ριζώνει, διαιρώντας τις κοινωνίες μας με τρόπους εξαιρετικά επικίνδυνους, αλλά και ουσιαστικά επιταχύνοντας την συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια των λίγων. Είδαμε μια τεράστια κλιμάκωση αυτού του φαινομένου τα τελευταία 25 χρόνια.

Οι «πλούσιοι», το «1%», οι «προνομιούχοι» και οι «άπληστοι καπιταλιστές» είναι όλοι όροι που προσπάθησαν να περιγράψουν μια φαντασιακή ομάδα ανθρώπων που πατούσαν στο λαιμό όλους τους υπόλοιπους. Στην αρχή, ήταν απλώς το χρήμα που έκανε κάποιους ανθρώπους άμεσα κακούς, και έτσι αυτό δικαιολογούσε την χρήση κρατικής βίας για να τους το απαλλοτριώσει. Ωστόσο, αυτό σύντομα επεκτάθηκε και στην επιτυχία γενικότερα. Το να είναι κανείς απλώς καλύτερος από τους ομοίους του, να εργάζεται σκληρότερα, να καλλιεργεί ένα ιδιαίτερο ταλέντο, όλα αυτά μετατράπηκαν σε επαρκή αιτία για να γίνει κάποιος μέλος αυτής της μισητής ομάδας.

Φυσικά, όλα αυτά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ευρύτερης στρατηγικής του «διαίρει και βασίλευε» που οι περισσότεροι πολιτικοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούν σήμερα – ίσως περισσότερο από ποτέ. Και από την στιγμή που οι πολιτικοί νομιμοποίησαν την τιμωρία των δημιουργών θέσεων εργασίας και των καινοτόμων, με την καταπάτηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους, ήταν πολύ πιο εύκολο να αρνηθούν σε αυτούς τους ανθρώπους και τα υπόλοιπα δικαιώματά τους.

Όσο για εκείνους που εξακολουθούν να βρίσκουν αυτή την ιδέα μάλλον ευχάριστη, κυρίως λόγω φθόνου και με την υπόθεση ότι δεν θα συγκαταλέγονταν ποτέ στα μέλη αυτής της «ελίτ», είναι πάντα χρήσιμο να θυμόμαστε ότι όταν το κράτος λέει ότι στοχεύει μόνο στο πλουσιότερο «1%», αυτό είναι πάντα ένα σκέτο ψέμα. Το «1%» δεν είναι το πραγματικό ποσοστό που υφίσταται τις φοροεπιδρομές, και σίγουρα δεν πληρώνουν το τίμημα μόνο εκείνοι που βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική θέση.

Οι πολιτικοί προσπαθούν πάντα να μεγιστοποιήσουν το κέρδος που αποκομίζουν από κάθε υφαρπαγή εξουσίας και χρήματος που μεταφράζουν σε νόμο. Έτσι, ο νέος φόρος που υποτίθεται ότι στοχεύει τις «κακές πολυεθνικές» επηρεάζει σχεδόν πάντα και πολύ μικρότερες επιχειρήσεις, τοπικές επιχειρήσεις και μαγαζιά.

Αλλά αυτό που είναι ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι, σε αντίθεση με τα κράτη, οι περισσότερες ιδιωτικές εταιρείες λειτουργούν υπό μια ορθολογική και στοιχειώδη οικονομική δυναμική. Η φράση «με γνώμονα το κέρδος» έχει μετατραπεί σε κάτι σαν βρισιά στις μέρες μας, αλλά το κέρδος εξακολουθεί να είναι αυτό που κάνει ολόκληρο τον κόσμο να γυρίζει, αυτό που πληρώνει τους μισθούς και γεμίζει τα ράφια των παντοπωλείων μας. Και έτσι, τόσο οι μεγάλες όσο και οι μικρές επιχειρήσεις θεωρούν την φορολογική επιβάρυνση μέρος του κόστους τους, και αν οι φόροι συμπιέζουν τα κέρδη τους, το κόστος αυτό απλώς μετακυλίεται στους πελάτες. Επομένως, όλοι πληρώνουν γι’ αυτή την παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, όχι μόνο οι δηλωμένοι στόχοι της.

Ο κορωνοϊός ως πρόσχημα για την συνεχιζόμενη διάβρωση των ιδιοκτησιακών μας δικαιωμάτων

Θαρρείς για να μην τυχόν υποτιμήσει κανείς την βαναυσότητα του κρατικού ελέγχου, ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη χειρίστηκαν την υπόθεση του Covid-19 δείχνει ότι οι εξουσιαστές μας δεν έχουν ακόμη πιάσει πάτο.

Παρ’ όλο που η καθοδική πορεία που βιώναμε τις τελευταίες δεκαετίες όσον αφορά τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα ήταν ήδη αρκετά κακή, τίποτα δεν θα μπορούσε ποτέ να μας είχε προετοιμάσει για το τι θα έφερνε η κρίση του Covid-19. Ακόμα και όσοι από εμάς έχουν διαβάσει αρκετή ιστορία για να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει πραγματικά κανένα όριο που το κράτος δεν θα ξεπεράσει στην παθιασμένη του επιδίωξη για την απόλυτη εξουσία, εξεπλάγησαν ειλικρινά. Πώς μπόρεσε η άρχουσα ελίτ να μας αρνηθεί το εκ γενετής δικαίωμά μας να είμαστε οι ιδιοκτήτες του σώματος και της σκέψης μας; Πώς μπορέσαμε να ξεχάσουμε τις αρχές του Διαφωτισμού και τι σημαίνει να ζούμε σε μια κοινωνία που βασίζεται στην ατομική ελευθερία; Αν δεν μας επιτρέπεται να κατέχουμε το σώμα και τον νου μας, τότε η έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας δεν υφίσταται πλέον.

Άλλο πράγμα είναι να πείθεις εκατομμύρια σκληρά εργαζόμενους πολίτες να δίνουν κάθε μήνα ένα μεγάλο μέρος του μισθού τους στο κράτος, να πληρώνουν υπέρογκα τέλη απλώς και μόνο για να πάρουν την κυριότητα του σπιτιού που τους άφησαν οι γονείς τους μετά το θάνατό τους ή να πληρώνουν διόδια κάθε φορά που θέλουν να οδηγήσουν σε έναν δρόμο που τα χρήματά τους κατασκεύασαν και συντηρούν, και εντελώς διαφορετικό πράγμα είναι να καταφέρνεις να τους πείσεις ότι το κλείσιμο των επιχειρήσεών τους και η απαγόρευση να πάνε στην δουλειά για να φέρουν ψωμί στο τραπέζι είναι «για το καλό τους».

Κατά την διάρκεια των δύο τελευταίων ετών, γίναμε μάρτυρες μιας εκπληκτικής μεταστροφής, που όμοιά της δεν έχει εμφανιστεί στα βιβλία της ιστορίας σε καιρό ειρήνης. Το κράτος, στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου, έκανε κατάχρηση όλης της εξουσίας και της επιρροής που είχε συσσωρεύσει πάνω στους κυβερνώμενους, και τα αποτελέσματα ήταν πραγματικά σοκαριστικά.

Όπως ο βάτραχος στην κατσαρόλα που σιγοβράζει, έτσι και εμείς βρεθήκαμε στο σημείο βρασμού, φαινομενικά μέσα σε μια νύχτα. Και το πιο εντυπωσιακό πράγμα σχετικά με όλη αυτή την δοκιμασία της πανδημίας (sic), είναι ότι οι κυβερνήσεις, σε όλο τον κόσμο, βγήκαν από αυτήν μοιάζοντας με τον Ρομπέν των Δασών, αντί για τον σερίφη του Νότιγχαμ (διεφθαρμένες).

Με σημαντική βοήθεια από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού θυμάται όλα τα πακέτα «ανακούφισης από τον covid» και όλα τα επιδόματα, κατατάσσοντάς τα και πάλι λανθασμένα ως «δωρεάν». Όσο για τις απώλειες εσόδων, τις θέσεις εργασίας που εξανεμίστηκαν κατά την διάρκεια των λουκέτων, και την ακραία αγωνία και αβεβαιότητα που αντιμετώπισαν αμέτρητα νοικοκυριά, όλα αυτά καταλογίστηκαν ως σφάλμα του ιού, σαν να ήταν ο ίδιος ο covid-19 που ανάγκασε εκατομμύρια επιχειρήσεις να κλείσουν!

Τα μαθήματα που πήραμε κατά την διάρκεια αυτής της επιδημίας δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστούν. Γιατί με το φθινόπωρο να είναι προ των πυλών, θα μπορούσαμε κάλλιστα να έχουμε μια επανάληψη όλων των περιορισμών και να εισέλθουμε στην «σαιζόν 3» της επικής σειράς κορωνοϊός.

Στην Ευρώπη, είδα πρόσφατα κάποια συστημικά ρεπορτάζ σχετικά με την απειλή που συνιστά η παραλλαγή του covid, «omicron 5» (και δεδομένου ότι τείνω να αποφεύγω αυτές τις πηγές ειδήσεων γενικά, υποθέτω ότι έχασα τις omicron 2, 3 και 4, ή ίσως δεν ήταν τόσο καταστροφικές για τον πολιτισμό μας όσο ο αριθμός 5).

Τον Σεπτέμβριο, μόλις τελειώσει η κύρια τουριστική περίοδος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα εμφανιστεί μια ακόμα παραλλαγή. Ίσως η όμικρον 6, ή ίσως αυτή η νέα παραλλαγή να είναι αρκετά απειλητική ώστε να αξίζει το δικό της ελληνικό γράμμα. Όπως και να έχει, σε αυτό το σημείο κανείς δεν θα πρέπει να εκπλαγεί αν δούμε ένα ακόμη μαζικό κύμα όσον αφορά τον περιορισμό των ατομικών μας ελευθεριών.

Τι μας περιμένει

Ανεξάρτητα όμως από το τι θα συμβεί στην συνέχεια με την κατάσταση που επικρατεί με τον covid, ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο θα πρέπει όλοι να θυμόμαστε τις παραβιάσεις δικαιωμάτων και την κατάχρηση εξουσίας που βιώσαμε τα τελευταία δύο χρόνια, είναι αυτό το φαινόμενο του ντόμινο. Η διαδρομή δεν έχει ακόμη τελειώσει. Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού έκανε ευχαρίστως και πρόθυμα αυτή την Φαουστική συμφωνία της ανταλλαγής της ελευθερίας με την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, δεν μπορούμε να ξέρουμε μέχρι πού θα φτάσει το κράτος αύριο, εκμεταλλευόμενο την ίδια ακριβώς αδυναμία.

Όπως έδειξε ξεκάθαρα η δοκιμασία του covid, τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα αποτελούν πραγματικά το πρώτο ντόμινο όταν πρόκειται για την υπεράσπιση όλων των υπόλοιπων ελευθεριών μας. Και όπως απέδειξαν πάρα πολλοί συμπολίτες μας, η «σοφή πλειοψηφία» είναι πολύ πρόθυμη να επιτρέψει την απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας των γειτόνων της, ακόμη και του ίδιου της του εαυτού, αν πιστέψει ότι αυτή η θυσία θα την προστατεύσει από όλα τα δεινά και τους κινδύνους της ζωής. Φυσικά, δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από ευσεβείς πόθους, αλλά αυτή η νοοτροπία είναι κάτι τόσο διαδεδομένο, τόσο έντονα υποδαυλιζόμενο, και τόσο κανονικοποιημένο, ώστε όλα τα κράτη έχουν καταλήξει να βασίζονται σε αυτήν για να προσελκύουν την υποστήριξη του πληθυσμού, και είναι ευεξήγητο το γιατί.

Και έτσι, βρισκόμαστε σήμερα στην δυσάρεστη θέση να πρέπει να αναρωτηθούμε ποιαν απειλή, ποιον «κίνδυνο», ποια «κρίση» θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το κράτος στην επόμενη συμφωνία του με τους πολίτες για την προστασία τους. Και ποιο θα είναι το τίμημα αυτής της προστασίας; Για τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και τον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών», εγκαταλείψαμε το απόρρητο των επικοινωνιών μας, το τραπεζικό μας απόρρητο και ένα μεγάλο μέρος των περιουσιακών μας δικαιωμάτων – τουλάχιστον την ελευθερία των συναλλαγών μας. Για τον «πόλεμο κατά του covid», εγκαταλείψαμε ό,τι είχε απομείνει, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην εργασία, του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, του δικαιώματος στην σωματική ακεραιότητα, και ενός μεγάλου μέρους της ελευθερίας του λόγου -ό,τι είχε απομείνει απ’ αυτήν, τέλος πάντων.

Και τώρα υπάρχει ένας ακόμα κατασκευασμένος «παλιομοδίτικος» πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος: Η Δύση εναντίον της Ανατολής, η Ευρώπη εναντίον της Ασίας. Αυτοί που ανήκουν μαζί (ΕΕ και Ρωσία) δεν πρέπει ποτέ να βρεθούν μαζί, σύμφωνα με το δόγμα του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ). Και αυτός ο πόλεμος περιλαμβάνει πραγματικούς στρατούς με πραγματικά όπλα, πραγματικές απώλειες και πραγματική καταστροφή και φθορά. Οι φρικτές εικόνες που επαναλαμβάνονται στους περισσότερους τηλεοπτικούς σταθμούς δείχνουν ξεκάθαρα μια απτή απειλή, έναν πραγματικό, άμεσο κίνδυνο που μπορεί κανείς να δει, σε αντίθεση με το αόρατο μικρόβιο ή κάποιο μεξικανικό καρτέλ ναρκωτικών πολύ, πολύ μακριά. Το είδος του φόβου που μπορεί να εμπνεύσει ο ρωσικός στρατός έχει την δυνατότητα να επηρεάσει την κρίση πολύ περισσότερων πολιτών και να βραχυκυκλώσει την κριτική τους σκέψη. Εξάλλου, τι άλλο μπορεί να σας προστατεύσει από την απειλή που αντιπροσωπεύει ένα άλλο κράτος, εκτός από το δικό σας κράτος;

Μένει να δούμε μέχρι πού θα φτάσουν τα κράτη αυτή την φορά, αλλά αν υπάρχει κάτι που ξέρουμε σίγουρα, είναι ότι τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα θα είναι οι πρώτες ελευθερίες που θα βρεθούν και πάλι στο στόχαστρο. Όπως είδαμε ήδη με τις κυρώσεις, ήταν οι τραπεζικοί λογαριασμοί, τα περιουσιακά στοιχεία και η κατοχή χρυσού που βρέθηκαν κυρίως στο στόχαστρο -και όχι μόνο των ρωσικών κυβερνητικών οργανισμών, αλλά και των φυσικών προσώπων που θεωρούνταν ότι είχαν δεσμούς με το ρωσικό κράτος.

Το τι θα επακολουθήσει μπορεί να το μαντέψει κανείς, αλλά για όλους τους ορθολογικούς επενδυτές, αποταμιευτές και απλούς πολίτες, ο προγραμματισμός για το μέλλον θα αποδειχθεί πιθανότατα απαραίτητος.

***

@Claudio Grass /δημοσιεύτηκε από το Mises Institute στις 18 Ιουλίου 2022.

terrapapers.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου