Ο εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Ανδρέα Αρχαίας Νεμέας π. Αναστάσιος Μπενέκος έγραψε ένα ποίημα για την επέτειο της μάχης των Δερβενακίων.
Τους ήρωες της μάχης αυτής θέλω να σας θυμίσω κι αφού τα γράψω στο χαρτί έτσι θα τους τιμήσω.
Ξεκίνησε ο Δράμαλης, πασάς από τη Δράμα, για να ‘ρθει κάτω στο Μοριά να κλάψει κάθε μάνα.
Και του Σουλτάνου τήρησε με πίστη το φιρμάνι και της Κορίνθου πέρασε εκείνος το λιμάνι.
Στο διάβα του εμάζεψε μπέηδες και αγάδες, στρατό πολύ απ’ τη Ρούμελη που ήταν Κεχαγιάδες.
Είκοσι χιλιάδες ο στρατός κι έξι χιλιάδες οι καβαλαραίοι, χιλιάδες γρόσια τα λεφτά, καμήλες μετρημένοι.
Χωρίς καμιά αντίσταση στο Άργος κατεβαίνει, στην Τρίπολη να πάει αυτός με τ’ άτια να διαβαίνει.
Ο Θοδωράκης ξεκινά, πάει στον Άγιο Γιώργη, βρίσκει τους Αηγιωργήτες εκεί τύφλα να είναι όλοι.
Μες του παπά του ρήτορα μένει αυτός κονάκι, κοντά στην Άρδαλη ήταν αυτό αρχοντικό σπιτάκι.
Και η αυγή σαν χάραξε, μία καινούρια μέρα, η βροντερή του η φωνή πάνω απ’ τη στέγη του σπιτιού ακούστη στον αγέρα.
”Έχετε τίποτα χαρές και είστε μεθυσμἑνοι; Πρέπει να πολεμήσουμε και να ‘μαστε ενωμένοι!
Πάρτε μαζί σας, ωρέ παιδιά, προσφάι για τρεις ημέρες, στον πόλεμο να πάμε εμείς χωρίς άλλες φοβέρες”.
Με τη φωνή του μάζεψε στρατό δύο χιλιάδες κι ο Γιώργης ο Δανόπουλσς ιππείς παλληκαράδες.
Με τον Πετρόμπεη αυτός είχε φιλονικήσει γιατί δεν ήθελε αυτός να ‘ρθει να πολεμήσει.
Φεύγει ο μπέης με ορμή στην Τρίτιολη να παει κι ο στρατηγός με το στρατό τα Δερβενάκια πιάνει.
Κάψανε τα γεννήματα, βρὡμισαν τα πηγάδια, στον κάμπο του Κουτσοποδιού τα κάνανε ρημάδια.
Κι ο Δράμαλης στενάχωρος τ’ ασκἐρι του μαζεύει, γυρίζει για την Κόρινθο για να μην υποφέρει.
Κι ο στρατηγός προσεύχεται με πίστη αυτός μεγάλη στην Παναγιά και στο Χριστό, στον Αη-Σὡστη πάει.
Και στην Αγία Παρασκευή τάμα αυτός θα κάνει να διὡξουνε τον τύραννο και να νικήσουν πάλι.
Στἐλνει τον παπαρήτορα στου Ζαχαριά να πάει και πριν περάσει ο Δράμαλης να τον παραφυλἀει.
Ντύνει τα δέντρα, τα κλαδιά με ρούχα και με φέσια, τους Τούρκους να τρομάξει αυτός, αυτοί δεν είχαν μπέσα.
Και από τον Ξερόκαμπο μ’ ορμή ο Δανόπουλος πηγαίνει με πεντακόσιους καβαλάρηδες για να τους περιμένει.
Στο κάστρο τού Αγιονοριού ο Υψηλάντης μένει και στην Κλεισούρα ο Νικηταράς εκεί τους περιμένει.
Ο στρατηγός στεκότανε πάνω στ’ αγριλοβούνι τ’ ασκέρι του να πολεμεί μη μείνει απ’ αυτούς ρουθούνι.
Και σαν φανήκαν στα στενά οι Τούρκοι να γυρίζουν απ’ τ’ άλογα οι μέλισσες αυτούς να τους γκρεμίζουν.
Γιατί ‘χε πει ο στρατηγός ”Φέρτε μου και μελίσσια ν’ αλαφιαστούν οι άπιστοι που θα ‘ρχονται στα ίσια”.
Μεγάλη ήταν η σφαγή που έγιν’ εκεί πέρα κι η μάχη ετελείωσε σαν έφυγε η μέρα.
Όσοι γλυτώσαν με ορμή, πάνε για την Κλεισούρα, ανάμεσα στα δυο βουνά μαζεύτηκαν κουλούρα.
Και ο Νικήτας πολεμά τους Τούρκους με μανία, τρία σπαθιά θα σπάσει αυτός από την αγωνία.
Κι ο Δράμαλης στενάχωρος στην Κόρινθο πηγαίνει, για τη σφαγή που έγινε αργότερα πεθαίνει.
Κι ο στρατηγός ευχαριστεί Χριστό και Παναγία που βάλανε το χέρι τους σ’ αυτή την τραγωδία.
Τρεις μήνες περάσανε να φύγει η δυσωδία να καθαρίσουν τα στενά από την κακοσμία.
Και να θυμόμαστε κι εμείς τους ήρωες εκείνους που πολεμήσαν με ψυχή όλους αυτούς τους σκύλους.
- Και το τραγούδι γράφτηκε μόνο γι’ αυτή τη μάχη, είναι παραδοσιακό και ν’ ακουστεί σ’ όλης της γης τα πλάτη.
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ
Σήκω, Μαΐστρο δροσερέ κι αέρα του πελαγου,
Να πας τα χαιρετίσματα στου Δράμαλη τη μάνα.
Της Ρούμελης οι μπέηδες και του Μοριά οι αγάδες
Στο Δερβενάκι κείτονται στο χώμα ξαπλωμένοι
Στρώμα ‘χουνε τη μαύρη γης, προσκέφαλο λιθάρια
Και για πανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη.
Ιστορικά πρόσωπα:
Θ. Κολοκοτρώνης , Γ. Δανόπουλος, Υψηλάντης, Νικηταράς, Παπαρήτορας
Ιστορικοί τόποι:
Δερβενάκια, Κλεισούρα (Αγιονόρι), Άρδαλη (Νεμέα), Χωριό Ζαχαριἀ, Άγιος Σώστης
Αρχαία Νεμέα, 27/06/2018
Ο εφημἑριος Αρχαίας Νεμέας
Αναστάσιος Μπενἑκος ιερέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου