
Πέθανε, σε ηλικία 89 ετών, ο σπουδαίος ηθοποιός του κινηματογράφου Ρόμπερτ Ρέντφορντ.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός πέθανε στον ύπνο του την Τρίτη (16/9), στο σπίτι του, στη Γιούτα, κοντά στο Πρόβο, όπως μετέδωσαν οι New York Times.
Υπήρξε ηθοποιός, σκηνοθέτης, είδωλο της έβδομης τέχνης και ακτιβιστής. Βοήθησε επίσης την Αμερική να κατανοήσει τον εαυτό της. Πάλεψε για τα περιβαλλοντικά προβλήματα, ενώ ίδρυσε το περίφημο φεστιβάλ του Σάντανς.
Τα τελευταία χρόνια η παρουσία του στη μεγάλη οθόνη ήταν πιο σπάνια, παρέμεινε όμως μία ισχυρή δύναμη στην κινηματογραφική βιομηχανία, ως βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης, και ως σημαίνουσα προσωπικότητα του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου από τη δεκαετία του ‘90 και μετέπειτα.
Έχει κερδίσει δύο βραβεία Όσκαρ: το πρώτο (1980) για τη σκηνοθεσία της ταινίας Συνηθισμένοι άνθρωποι (Ordinary People) και το δεύτερο (2002) για τη συνολική του προσφορά στο χώρο του κινηματογράφου.
Στις Η.Π.Α., επί 25 περίπου χρόνια, το όνομά του ήταν συνώνυμο των λέξεων «ξανθός» και «ωραίος».
Η πρώτη φορά που συμμετείχε σε κινηματογραφική ταινία ήταν το 1962, στο ανεξάρτητο War Hunt (Ο πόλεμος μας έκανε σκληρούς), το οποίο γυρίστηκε μέσα σε δύο εβδομάδες.
Το 1965, έπαιξε στο Situation Hopeless… But Not Serious, το οποίο ήταν η πρώτη του επίσημη ταινία.
Την ίδια χρονιά, συμπρωταγωνίστησε με τους Νάταλι Γουντ και Κρίστοφερ Πλάμερ, στο Inside Daisy Clover, του Ρόμπερτ Μάλιγκαν, το οποίο προτάθηκε, τελικά, για δύο βραβεία Όσκαρ, ενώ ο ίδιος ο Ρέντφορντ κέρδισε την πρώτη του Χρυσή Σφαίρα, αφού ανακηρύχθηκε ο πιο πολλά υποσχόμενος ηθοποιός.
Το 1966, του δόθηκε ο ρόλος του σερίφη στο The Chase, του Άρθουρ Πεν, όμως, ο ίδιος επέλεξε αυτόν του κατάδικου. Ο σερίφης ενσαρκώθηκε από τον Μάρλον Μπράντο. Επίσης, συνεργάστηκε και πάλι με τη Νάταλι Γουντ, αυτή τη φορά, για το This Property Is Condemned, του Σίντεϊ Πόλακ, το οποίο είχε βασιστεί στο ομότιτλο έργο του Τένεσι Ουίλιαμς.
Το 1967, πρωταγωνίστησε μαζί με την Τζέιν Φόντα στην κινηματογραφική εκδοχή του Barefoot in the Park. To 1968, υπέγραψε συμφωνία για το γύρισμα μιας ταινίας γουέστερν με την Paramount.
Ωστόσο, αθέτησε την υπόσχεσή του, με αποτέλεσμα η υπόθεση να οδηγηθεί στα δικαστήρια και ο Ρέντφορντ να μείνει για αρκετό χρονικό διάστημα χωρίς δουλειά. Το 1969, πρωταγωνίστησε στο γουέστερν Οι δύο ληστές του Τζορτζ Ρόι Χιλ, μαζί με τον Πωλ Νιούμαν.
Ο Ρέντφορντ κατάφερε να κερδίσει τους υπόλοιπους υποψήφιους (Στιβ Μακ Κουήν, Μάρλον Μπράντο, Γουόρεν Μπίτι), για τον δεύτερο πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ταινία αυτή είχε μεγάλη επιτυχία, καθώς βραβεύθηκε με τέσσερα Όσκαρ. Ωστόσο, απέρριψε πρωταγωνιστικούς ρόλους στα: «Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» και «Ο πρωτάρης του Μάικ Νίκολς», επειδή ανησυχούσε για την πιθανή δημιουργία του «στερεοτύπου του ξανθού αρσενικού». Στη συνέχεια, πρωταγωνίστησε σε ταινίες που είχαν μέτρια απήχηση, όπως, το Downhill racer, του Μάικλ Ρίτσι (1969). Παρόλα αυτά κέρδισε βραβεία BAFTA καλύτερου ηθοποιού για το Downhill racer και το Tell them Willie Boy is here.
Η τελευταία του ανάρτηση πριν πεθάνει:
Η μεγάλη καριέρα, η προσωπική ζωή και οι ταινίες του εμβληματικού ηθοποιού
Ο Τσαρλς Ρόμπερτ Ρέντφορντ γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου 1936 στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας. Έπειτα από χρόνια περιπλανήσεων και σπουδών τέχνης στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, γράφτηκε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών και σύντομα έκανε το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ στην παράσταση «Tall Story» (1959).
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 έπαιξε σε επεισόδια των τηλεοπτικών σειρών «Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει» («Alfred Hitchcock Presents»), «Η Ζώνη του Λυκόφωτος» («The Twilight Zone») και «Route 66». Το 1963 σημείωσε τον πρώτο του μεγάλο καλλιτεχνικό θρίαμβο με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θεατρικό έργο του Νιλ Σάιμον «Ξυπόλητοι στο πάρκο» («Barefoot in the Park»).
Την ίδια περίοδο έκανε και την εμφάνισή του στον κινηματογράφο. Από το πρώιμο έργο του ξεχωρίζουν οι ταινίες «Η Καταδίωξη» («The Chase», 1966) σε σκηνοθεσία Άρθουρ Πεν και η προσαρμογή για τη μεγάλη οθόνη της μεγάλης του θεατρικής επιτυχίας «Ξυπόλητοι στο πάρκο» (1967).
«Οι δύο ληστές»
Σημείο καμπής στην καριέρα του ήταν ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στο κωμικό γουέστερν του Τζορτζ Ρόι Χιλ «Οι δύο ληστές» («Butch Cassidy and the Sundance Kid», 1969), δίπλα στον Πολ Νιούμαν. Η ταινία ήταν η πιο κερδοφόρα εκείνης της χρονιάς και ο Ρέντφορντ σύντομα έγινε ένα από τα πιο δημοφιλή αστέρια του Χόλιγουντ.

«Οι δύο ληστές»
Συνέχισε τις εμφανίσεις του σε επιτυχημένες ταινίες, όπως το αθλητικό δράμα του Μάικλ Ρίτσι «Ο πρωταθλητής του ιλίγγου» («Downhill Racer», 1969) και την κωμωδία «Ο Υποψήφιος» («The Candidate», 1972) του ίδιου σκηνοθέτη.
Υποψηφιότητα για Όσκαρ
Πρωταγωνίστησε με την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ στο ρομαντικό δράμα «Τα καλύτερά μας χρόνια» («The Way We Were», 1973) και ξανασυνάντησε τον Πολ Νιούμαν στην κλασική κωμωδία «Το Κεντρί» («The Sting»), που ήταν η πιο εμπορική ταινία του 1973 και του χάρισε τη μοναδική του υποψηφιότητα για Όσκαρ ως ηθοποιός.
Άλλες ταινίες του τη δεκαετία του ‘70 ήταν «Ο υπέροχος Γκάτσμπι» («The Great Gatsby», 1974), βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Σκοτ Φιτζέραλντ, «Η συνάντηση των αετών» («The Great Waldo Pepper», 1975) του Τζορτζ Ρόι Χιλ και «Οι τρεις μέρες του κόνδωρα» («Three Days of the Condor», 1975) του Σίντνεϊ Πόλακ.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ με τον Ντάστιν Χόφμαν στην ταινία «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου» (1976)
Και οι τρεις αυτές σημαντικές του ταινίες επισκιάστηκαν από το κλασικό πολιτικό δράμα του Άλαν Πάκουλα «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου» («All the President’s Men», 1976).
Η ταινία αναφέρεται στο σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ, που συνέβαλε καθοριστικά στην αποκαθήλωση του Aμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ υποδύεται τον Μπομπ Γούντγουορντ και ο Ντάστιν Χόφμαν τον Καρλ Μπέρστιν, τους δυο δημοσιογράφους της εφημερίδας «Γουάσινγκτον Ποστ» που ξεσκέπασαν το σκάνδαλο που συντάραξε τις ΗΠΑ.
Τη δεκαετία του ‘80 ο Ρέντφορντ πρωταγωνίστησε στο αθλητικό δράμα του Μπάρι Λέβινσον «Ο Καλύτερος» («The Natural», 1984), μία διασκευή του μυθιστορήματος του Μπέρναρντ Μάλαμουντ σχετικά με το μπέιζμπολ, που κέρδισε τέσσερις υποψηφιότητες για Όσκαρ και την ταινία εποχής του Σίντνεϊ Πόλακ «Πέρα από την Αφρική» («Out of Africa», 1985), που βασίστηκε στο ομώνυμο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Δανέζας συγγραφέως Κάρεν Μπλίξεν (την υποδύθηκε η Μέριλ Στριπ). Η ταινία, από τις δημοφιλέστερες εκείνης της δεκαετίας, κέρδισε 7 από τα 11 Όσκαρ για τα οποία ήταν υποψήφια.
Ωστόσο, δεν μπόρεσε να επαναλάβει αυτό το επίπεδο επιτυχίας στις μεταγενέστερες ταινίες του. Μάλιστα το 1994 προτάθηκε για το Χρυσό Βατόμουρο του χειρότερου ηθοποιού για τον ρόλο του στην ταινία του Αντριάν Λιν «Ανήθικη Πρόταση» («Indecent Proposal», 1993).
Σκηνοθετική καριέρα
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ διακρίθηκε και ως σκηνοθέτης. Ξεκίνησε την καριέρα του πίσω από την κάμερα το 1980 με το οικογενειακό δράμα «Συνηθισμένοι Άνθρωποι» («Ordinary People»), το οποίο κέρδισε τέσσερα Όσκαρ και ο ίδιος το Όσκαρ σκηνοθεσίας.
Τα κατοπινά έργα του – «Μιλάγκρο, η Γη της σύγκρουσης» («The Milagro Beanfield War», 1988), «Ο γητευτής των αλόγων» («The Horse Whisperer», 1998), «Ο θρύλος του Μπάγκερ Βανς» («The Legend of Bagger Vance», 2000), «Λέοντες αντί Αμνών» («Lions for Lambs», 2007) – απέσπασαν χλιαρές κριτικές, σε αντίθεση με τις ταινίες του «Το ποτάμι κυλά ανάμεσά μας» («A River Runs Through It», 1992) και «Quiz Show» (1994), που θεωρούνται μικρά αριστουργήματα.

«Ο γητευτής των αλόγων» («The Horse Whisperer», 1998)
Η τελευταία ταινία, που δραματοποίησε ένα τηλεοπτικό σκάνδαλο της δεκαετίας του ‘50, κέρδισε τέσσερις υποψηφιότητες για Όσκαρ, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης ταινίας και του καλύτερου σκηνοθέτη.
Στη συνέχεια, σκηνοθέτησε το ιστορικό δράμα «Ύποπτη Συνωμοσίας» («The Conspirator», 2010), για τη δίκη της Μαίρης Σούρατ, η οποία είχε κατηγορηθεί για συνέργεια στη δολοφονία του Αμερικανού προέδρου Αβραάμ Λίνκολν και το πολιτικό θρίλερ «Ο κανόνας της σιωπής» («The Company You Keep», 2012), στο οποίο και πρωταγωνίστησε στο ρόλο ενός οικογενειάρχη που αναμετράται με το αριστερό ριζοσπαστικό του παρελθόν.
Το σκηνοθετικό του στυλ χαρακτηρίζεται από μακρές, στοχαστικές λήψεις και από μία συναισθηματική απόσπαση από το θέμα του, που εξυπηρετεί την ενίσχυση της αφηγηματικής ειρωνείας.
Η ίδρυση του Ινστιτούτου Σάντανς και το τιμητικό Όσκαρ
Το 1980 ίδρυσε το Ινστιτούτο Σάντανς στο Παρκ Σίτι της Γιούτα, το οποίο παρέχει υποστήριξη σε νέους καλλιτέχνες, και κάθε καλοκαίρι είναι χορηγός του ομώνυμου κινηματογραφικού φεστιβάλ, που είναι το φυτώριο για νέους κινηματογραφιστές. Για το έργο και τη συνεισφορά του στον κινηματογράφο του απονεμήθηκε ένα τιμητικό Όσκαρ το 2002. Επιπροσθέτως, για την ακτιβιστική του δράση τιμήθηκε με το Μετάλλιο της Ελευθερίας το 2016, από τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.
Στην προσωπική του ζωή, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ έχει κάνει δύο γάμους: τον πρώτο με την ιστορικό Λόλα βαν Γουόγκενεν, με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά, και τον δεύτερο με τη Γερμανίδα ζωγράφο Ζιμπίλε Ζάγκαρς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου