Ήταν γυναίκες-σύμβολα. Ήταν πρόσωπα που συνδέθηκαν άρρηκτα με τη χρυσή εποχή του ελληνικού σινεμά.
Ήταν οι απόλυτες σταρ — εκείνες που δεν χρειάζονταν επώνυμο για να καταλάβει κανείς ποια είναι η Αλίκη, η Τζένη, η Ζωή.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Τζένη Καρέζη και η Ζωή Λάσκαρη δεν υπήρξαν απλώς ηθοποιοί. Υπήρξαν φαινόμενα. Ιέρειες της σκηνής και της μεγάλης οθόνης, με τεράστια απήχηση στο κοινό, προσωπική ακτινοβολία και ισχυρή επιρροή στις επόμενες γενιές καλλιτεχνών. Στα νιάτα τους, στόλιζαν εξώφυλλα. Στην ωριμότητά τους, κρατούσαν τη θεατρική σκηνή ζωντανή. Και ακόμα και σήμερα, χρόνια μετά τον θάνατό τους, οι μορφές τους επιστρέφουν κάθε φορά που παίζει μια παλιά ταινία στην τηλεόραση.
Μια τριπλή σιωπή που έπεσε μέσα στο κατακαλόκαιρο
Υπάρχει όμως κάτι το ανατριχιαστικό που συνδέει τις τρεις μεγάλες ντίβες. Ένα τραγικό κοινό στοιχείο που ίσως δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο: Και οι τρεις έφυγαν από τη ζωή μέσα στο κατακαλόκαιρο.
Η Τζένη Καρέζη έσβησε στις 27 Ιουλίου 1992, μετά από μακρά μάχη με τον καρκίνο. Ο θάνατός της βύθισε σε πένθος τον θεατρικό κόσμο και άφησε πίσω ένα δυσαναπλήρωτο κενό στο ποιοτικό ελληνικό θέατρο.
Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 23 Ιουλίου 1996, έφυγε και η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η «Εθνική μας Σταρ», όπως την αποκαλούσαν, έδωσε τη δική της μάχη με τον καρκίνο στο ήπαρ, και το τέλος της προκάλεσε πρωτοφανές κύμα θλίψης και συγκίνησης σε ολόκληρη τη χώρα.
Χιλιάδες άνθρωποι αποχαιρέτησαν τη γυναίκα που «έβαλε χρώμα» στις οθόνες και στις ζωές τους.
Η τρίτη πράξη αυτού του άγραφου «καλοκαιρινού δράματος» παίχτηκε το 2017. Η Ζωή Λάσκαρη, η απόλυτη femme fatale του ελληνικού σινεμά, βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της στο Πόρτο Ράφτη, στις 18 Αυγούστου.
Η απώλειά της σκόρπισε θλίψη στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά και σε όσους την είχαν θαυμάσει για την τόλμη, την ευθύτητα και τη μοναδική της παρουσία επί δεκαετίες.
Τρεις διαφορετικές προσωπικότητες, ένας κοινός θρύλος
Παρόλο που είχαν διαφορετικό στυλ, διαφορετική προσέγγιση στην τέχνη και ενίοτε βρέθηκαν ακόμα και απέναντι στα καλλιτεχνικά τους βήματα, οι τρεις γυναίκες μοιράστηκαν κάτι βαθύτερο:
Έγιναν σύμβολα μιας εποχής που δεν θα ξαναγυρίσει. Οι ζωές τους πέρασαν μέσα από τα πιο λαμπερά φώτα αλλά και από σκοτεινά παρασκήνια. Από την αποθέωση του κοινού μέχρι τις προσωπικές μάχες με την υγεία, την έκθεση και την πίεση της διαρκούς τελειότητας.
Και όμως — σαν από ειρωνεία της μοίρας ή σαν μια τραγική συμφωνία της ζωής με την τέχνη — και οι τρεις αποχαιρέτησαν τον κόσμο μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού.
Την εποχή που όλα φαίνονται ζωντανά, ανέμελα, φωτεινά…
Την εποχή που ο ήλιος καίει αλλά οι ψυχές δροσίζονται με μνήμες.
Τότε ακριβώς έσβησαν τρία από τα πιο λαμπερά φώτα του ελληνικού πολιτισμού.
Το αντίο που έγινε ιστορία
Στις κηδείες και των τριών, ο λαός κατέβηκε στους δρόμους. Οι εικόνες από τα πλήθη που συνόδευαν τις σορούς τους είναι ιστορικές: άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας, δάκρυα, λουλούδια, αναμνήσεις, χειροκροτήματα. Ένας συλλογικός αποχαιρετισμός σε τρεις γυναίκες που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, άγγιξαν κάθε ελληνικό σπίτι.
Για πάντα στο ελληνικό καλοκαίρι
Ίσως δεν είναι τυχαίο που έφυγαν καλοκαίρι. Ίσως γιατί το φως της προσωπικότητάς τους ταίριαζε με το φως του ελληνικού ήλιου. Ίσως γιατί ο κόσμος χρειάστηκε την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού για να αντέξει την απουσία τους. Ίσως γιατί τελικά, ο μύθος, όπως και το καλοκαίρι, δεν τελειώνει ποτέ πραγματικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου